ΑΛΜΑ ΕΠΙ ΚΟΝΤΩ
Το άλμα επί
κοντώ ή ο επικοντισμός είναι κλασικό αγώνισμα του στίβου, στο οποίο ο αθλητής χρησιμοποιεί ευλύγιστο
(πλέον) κοντάρι από υαλοβάμβακα ή ανθρακονήματα για να υπερπηδήσει ένα οριζόντιο πήχη. Το
αγώνισμα φαίνεται να είναι γνωστό από τους Κρήτες και τους Κέλτες. Αναγνωρίστηκε ως ολυμπιακό αγώνισμα στους Πρώτους Ολυμπιακούς Αγώνες της
σύγχρονης εποχής (1896) για
τους άνδρες και το 2000 για τις γυναίκες.
Η προέλευση του άλματος επί κοντώ χάνεται στα βάθη
της αρχαιότητας, καθώς θεωρείται πως ανακαλύφθηκε
φυσικά σαν μέθοδος υπέρβασης διαφόρων εμποδίων, ειδικά βάλτων αλλά και ψηλών
αντικειμένων όπως τοίχους. Αν και το άλμα επί κοντώ δεν ήταν μέρος των Ολυμπιακών Αγώνων της Αρχαίας
Ελλάδας, ήταν ένα άθλημα που ασκούνταν και μπορεί να το
δει κανείς σε πολλά αρχαία ελληνικά κεραμικά. Η χρονολόγηση μερικών από αυτά τα
ευρήματα έχει τοποθετηθεί γύρω στο 500 π.Χ., αλλά η θόλος με κοντάρι δεν
περιοριζόταν μόνο στην Αρχαία Ελλάδα, υπάρχουν επίσης στοιχεία της πρακτικής
της στην αρχαία Ιρλανδία και τη Γαλλία και υπάρχουν αιγυπτιακά δείγματα που χρονολογούνται από το 2500
π.Χ. πολεμιστές που κάνουν άλμα με κοντάρι πάνω από τοίχους.
Οι πρώτοι αγώνες που περιελάμβαναν άλμα με επί
κοντώ πιστεύεται ότι διεξήχθησαν το 1829 στην Ιρλανδία.
Στους αγώνες σε κάθε αθλητή δίνονται τρεις
ευκαιρίες να ξεπεράσει ένα καθορισμένο ύψος. Ένας πήχης στηρίζεται σε δύο
ορθοστάτες, ώστε να πέφτει εύκολα αν χτυπηθεί. Το ύψος αυξάνεται σταδιακά μέχρι
να αναδειχθεί νικητής μέσω της διαδικασίας αποβολής.
ΠΗΓΕΣ
ΜΠΑΣΜΑΤΖΟΓΛΟΥ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου